ινομυώματα-μήτρας

ΙΝΟΜΥΩΜΑΤΑ ΜΗΤΡΑΣ

Τα ινομυώματα (ή λειομυώματα) της μήτρας είναι καλοήθεις συμπαγείς όγκοι, μονήρεις ή πολλαπλοί, του μυϊκού τοιχώματος (μυομήτριο) της μήτρας, σφαιρικού συνήθως σχήματος και σχετικά ελαστικής σύστασης. Το μέγεθός τους ποικίλει από μερικά χιλιοστά έως και πολλά εκατοστά. Ανάλογα με την εντός του μυομητρίου εντόπισή τους διακρίνονται σε υποβλεννογόνια, ενδοτοιχωματικά, υπορογόνια και μισχωτά ινομυώματα τα οποία ξεχωρίζουν από το τοίχωμα της μήτρας και συνδέονται με αυτό μέσω ενός μίσχου. Τα ινομυώματα αποτελούν τον συχνότερο (75%) σε εμφάνιση όγκο του γυναίκειου γεννητικού συστήματος. Παρουσιάζονται συνήθως μετά την ηλικία των 35 ετών, σε ποσοστό 50% των γυναικών, έχουν την τάση να αυξάνουν προοδευτικά σε μέγεθος και αριθμό κατά την αναπαραγωγική περίοδο της ζωής της γυναικάς και υποστρέφουν μετά την εμμηνόπαυση.

 

Πως δημιουργούνται τα Ινομυώματα

Το ακριβές γενεσιουργό αίτιο των ινομυωμάτων παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστο. Διάφορες θεωρίες έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί με επικρατούσα την γονιδιακή (χρωμοσωμική) μετάλλαξη ορισμένων εκ των φυσιολογικών κυττάρων του μυομητρίου με συνέπεια την μετατροπή τους σε κύτταρα ινομυώματος. Οι παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για τον αρχικό αυτό μετασχηματισμό του φυσιολογικού μυομητρικού κύτταρου δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί. Τα πολλαπλά ινομυώματα στην ίδια μήτρα προκύπτουν από διαφορετικά κύτταρα και όχι μέσω μεταστατικού μηχανισμού. Η αύξησή του μεγέθους των ινομυωμάτων φαίνεται να επηρεάζεται από τις γυναικείες ορμόνες (οιστρογόνα, προγεστερόνη) καθώς και από ουσίες του οργανισμού που προάγουν την ανάπτυξη των κύτταρων (αυξητικοί παράγοντες). Τέλος διάφοροι προδιαθεσικοί παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση των ινομυωμάτων έχουν εντοπιστεί όπως:

1. Οικογενείς (κληρονομικότητα). Εάν η μητέρα μιας γυναίκας είχε ινομυώματα η γυναίκα αυτή έχει τριπλάσια, σε σχέση με το μέσο όρο, πιθανότητα εμφάνισης ινομυωμάτων.

2. Φυλετικοί. Οι γυναίκες της μαύρης φυλής έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάσουν ινομυώματα από αυτές των άλλων φυλετικών ομάδων.

3. Η ατοκία. Ο σχετικός κίνδυνος εμφάνισης ινομυωμάτων μειώνεται όσο αυξάνεται ο αριθμός των κυήσεων.

4. Η παχυσαρκία. Ο κίνδυνος εμφάνισης ινομυωμάτων αυξάνεται κατά 21% για κάθε αύξηση βάρους κατά 10 kg.

5. Άλλοι παράγοντες. Η έναρξη της εμμήνου ρύσεως σε νεαρή ηλικία, η ανεπάρκεια βιταμίνης D, η κατανάλωση αλκοόλ, η αυξημένη κατανάλωση κόκκινου κρέατος σε συνδυασμό με χαμηλή κατανάλωση λαχανικών, φρούτων και γαλακτοκομιών προϊόντων φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ινομυωμάτων.

Συμπτώματα των Ινομυωμάτων

Στην πλειοψηφία (80%) των γυναικών τα ινομυώματα είναι ¨σιωπηρά¨, δεν προκαλούν συμπτώματα, και ανευρίσκονται τυχαία κατά την κλινική ή υπερηχογραφική γυναικολογική εξέταση. Τα συμπτώματα παρουσιάζονται είτε όταν τα ινομυώματα αυξηθούν υπερβολικά σε μέγεθος ή αριθμό ή όταν η θέση τους διαταράσσει τη λειτουργικότητα των γειτονικών οργάνων. Εφόσον παρουσιαστούν συμπτώματα αυτά δεν είναι ούτε ειδικά αλλά ούτε και συγκεκριμένα. Συνήθη συμπτώματα είναι τα ακόλουθα:

1 . Διαταραχές της περιόδου όπως επώδυνες και παρατεταμένες περίοδοι ή αιμορραγίες μεταξύ των περιόδων, που όταν επιμένουν προξενούν αναιμία. Προκαλούνται συνήθως από υποβλεννογόνια και σπανιότερα από ενδοτοιχωματικά ινομυώματα.

2. Αίσθημα βάρους ¨φούσκωμα¨ στην κοιλιά. Προκαλείται από μεγάλα ή πολλαπλά ενδοτοιχωματικά ή υποορογόνια ινομυώματα.

3. Πόνος κατά την σεξουαλική επαφή. Σύνηθες σύμπτωμα των ινομυωμάτων του τραχήλου.

4. Συμπτώματα, που προκαλούνται από ενδοτοιχωματικά, υποορογόνια ή/και μισχωτά ινομυώματα, λόγω της γειτνίασής τους και της πίεσης που ασκούν σε παρακείμενα όργανα όπως: την ουροδόχο κύστη (συχνουρία, δυσκολία ούρησης), το έντερο (δυσκοιλιότητα), τους ουρητήρες (υδρονέφρωση, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις), τα αγγεία της πυέλου (οίδημα κάτω άκρων, θρόμβοι).

5. Οξύ κοιλιακό άλγος. Σπάνιο σύμπτωμα το οποίο προκαλείται από τη συστροφή ενός μισχωτού ινομυώματος ή την κεντρική νέκρωση, εξαιτίας αδυναμίας αιμάτωσης, ενός πολύ μεγάλου υποβλεννογόνιου ή ενδοτοιχωματικού ινομυώματος.

Επιπλοκές των Ινομυωμάτων

Επειδή η νόσος, κατά κανόνα, πλήττει γυναίκες γόνιμης ηλικίας, στις επιπλοκές εντάσσονται διαταραχές που προκαλούν τα ινομυώματα στην αναπαραγωγική ικανότητα, κυρίως λόγω της θέσης τους, εξ αιτίας της επίδρασής τους στην ομαλή λειτουργία του γυναίκειου γενετικού συστήματος (τραχήλου, μήτρας, σαλπίγγων). Έτσι τα ινομυώματα ενδέχεται να αποτελέσουν αίτιο:

1. υπογονιμότητας αφού παραμορφώνοντας την ανατομία των γεννητικών οργάνων εμποδίζουν μηχανικά τη γονιμοποίηση του ωαρίου, ή/και την εμφύτευση και ανάπτυξη του εμβρύου προκαλώντας αδυναμία σύλληψης ή επαναλαμβανόμενες (καθέξιν) αποβολές,

2. ανώμαλης εξέλιξης της εγκυμοσύνης οδηγώντας σε υπολειπόμενη ανάπτυξη του εμβρύου, αποκόλληση του πλακούντα, πρόωρο τοκετό,

3. μαιευτικών επιπλοκών αφού παραμορφώνοντας την κοιλότητα της μήτρας (ανώμαλες θέσεις του εμβρύου) ή παραμορφώνοντας ή/και αποφράσσοντας τον γενετικό σωλήνα, δια του οποίου διέρχεται το έμβρυο κατά τον τοκετό, ενδέχεται να αναστείλουν την εξέλιξη του φυσιολογικού τοκετού αυξάνοντας τη συχνότητα της καισαρικής τομής,

4. επιπλοκών της λοχείας όπως επί παραδείγματι αιμορραγίες, ή μικροβιακές μολύνσεις της μήτρας κ.α. λόγω αδυναμίας της να συσπαστεί μετά τον τοκετό.

Διάγνωση των Ινομυωμάτων

Το ιστορικό της ασθενούς αποκαλύπτει τα συμπτώματα και θέτει την υποψία για τη νόσο. Κατά την κλινική γυναικολογική εξέταση, εάν η θέση του το επιτρέπει, ψηλαφάται το ινομύωμα σαν σκληρή επώδυνη μάζα στη μήτρα, ενώ σε περιπτώσεις πολλαπλών ή μεγάλων σε μέγεθος ινομυωμάτων η μήτρα ανευρίσκεται διογκωμένη με ακανόνιστο σχήμα κατά τη ψηλάφηση. Ο υπερηχογραφικός απεικονιστικός έλεγχος είναι αρκετά διαγνωστικός και αρκεί στις περισσότερες περιπτώσεις για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση ενώ, επί αμφιβολίας, η μαγνητική τομογραφία είναι εκείνη που τελικά θα θέσει τη διάγνωση απεικονίζοντας τον ακριβή αριθμό, το μέγεθος και τη εντόπιση των ινομυωμάτων.

Θεραπεία των Ινομυωμάτων

Τα ινομυώματα δεν είναι πάντα απαραίτητο να ¨θεραπεύονται¨, ειδικά στις περιπτώσεις εκείνες που δεν δημιουργούν προβλήματα στη γυναίκα. Εάν ωστόσο υπάρχει υποψία κακοήθειας, προκαλούν συμπτώματα ή επηρεάζουν τη γονιμότητα της γυναίκας τότε θα πρέπει να αντιμετωπίζονται. Ο τρόπος αντιμετώπισης των ινομυωμάτων εξατομικεύεται με βάση τη συμπτωματολογία, την ηλικία της γυναίκας, το μέγεθος και τη θέση τους, την επιθυμία τεκνοποίησης κ.α. Ανάλογα με την περίπτωση η αντιμετώπιση ενδέχεται να είναι:

Συμπτωματική

Αντιμετωπίζονται τα συμπτώματα και όχι η νόσος, με αναλγητικά, αιμοστατικά φάρμακα, αντισυλληπτικά, ενδομήτριο σπείραμα προγεστερόνης μόνα ή σε συνδυασμό μεταξύ τους.

Προσωρινά Θεραπευτική

Τουτέστιν προσωρινή ελάττωση του μεγέθους των ινομυωμάτων και εξ αυτού του λόγου υποχώρηση των συμπτωμάτων. Αυτό επιτυγχάνεται φαρμακευτικά με ορμονοθεραπεία και επιλέγεται για γυναίκες με μονήρη ή πολλαπλά ινομυώματα και έντονα συμπτώματα που δεν επιθυμούν χειρουργείο, είτε προεμμηνοπαυσιακά για λίγους μήνες έως ότου επέλθει η εμμηνόπαυση, είτε ως προεγχειρητική αγωγή με σκοπό τη συρρίκνωση των ινομυωμάτων και τη διευκόλυνση της χειρουργικής επέμβασης. Μετά πάντως την ολοκλήρωση της ¨θεραπείας¨, σε άλλοτε άλλο χρόνο, η νόσος συνήθως υποτροπιάζει.

Μόνιμα Θεραπευτική

Έχει δύο στόχους :

α) είτε να ελαττώσει το μέγεθος των ινομυωμάτων και εξ αυτού του λόγου να υποχωρήσουν τα συμπτώματα

β) ή να εκριζώσει το πρόβλημα.

Το ποια μέθοδος τελικά θα επιλεγεί επηρεάζεται από κριτήρια όπως ο αριθμός, η θέση και το μέγεθος των ινομυωμάτων, την πιθανότητα κακοήθειας και την επιθυμία διατήρησης της μήτρας ή της γονιμότητας.

Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν ορισμένες ελάχιστα επεμβατικές θεραπείες που μπορούν να εφαρμοστούν σε γυναίκες οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική θεραπεία και δεν επιθυμούν να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση. Οι υποτροπές είναι σχετικά συχνές και δεν ενδείκνυνται για γυναίκες που θέλουν να τεκνοποιήσουν. Αυτές είναι:

>  η θερμική καταστροφή των ινομυωμάτων με εστιασμένα υπερηχητικά κύματα ή με ραδιοσυχνότητες και

>  ο εμβολισμός  με απόφραξη των αρτηριών των ινομυωμάτων γεγονός που επιφέρει τη νέκρωσή τους.

Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι κλασικές επεμβατικές θεραπείες των ινομυωμάτων δηλαδή:

>  η εκπυρήνιση (ή ινομυοματεκτομή) όπου αφαιρείται μόνο το ή τα ινομυώματα χωρίς να βλάπτεται ο πέριξ αυτών υγιής ιστός της μήτρας ή

>  η υστερεκτομή, όπου αφαιρείται ολόκληρη η ινομυοματώδης μήτρα.

Η χειρουργική μέθοδος που επιλέγεται για την εφαρμογή των κλασικών επεμβατικών θεραπειών εξαρτάται από το κάθε περιστατικό και είναι η λαπαροτομία, η επεμβατική λαπαροσκόπηση ή υστεροσκόπηση.

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Πρέπει να παρακολουθούνται τα ινομυώματα ;

Τα ινομυώματα, επειδή έχουν την τάση να αυξάνουν προοδευτικά τόσο σε μέγεθος όσο και σε αριθμό, θα πρέπει τακτικά να παρακολουθούνται. Εάν δεν μεγαλώσουν αιφνίδια, από τη στιγμή που πρώτοανακαλύπτονται έως μια επόμενη εξέταση ορισμένους μήνες αργότερα, τότε επαρκεί ο ετήσιος περιοδικός τους έλεγχος δια της κλινικής και υπερηχογραφικής γυναικολογικής εξέτασης.

Μπορεί να προκύψει καρκίνος από ένα ινομύωμα ;

Συχνός είναι ο προβληματισμός των γυναικών για το εάν τα ινομυώματα μπορούν να μεταλλαχθούν σε καρκίνο. Σύμφωνα με την διεθνή βιβλιογραφία ένας σπάνιος καρκίνος του μυομητρίου, το λειομυοσάρκωμα, παρουσιάζεται σε ποσοστό 0,1% έως 0,5% των γυναικών με ινομυώματα. Ωστόσο οι γνώμες των ερευνητών διίστανται στο κατά πόσο ο καρκίνος αυτός προέρχεται από την κακοήθη μετάλλαξη ενός καλοήθους ινομυώματος ή όχι. Πάντως μια ξαφνική αύξηση του μεγέθους ενός ινομυώματος, ιδιαίτερα μετά την εμμηνόπαυση, είναι ανησυχητικό εύρημα και θα πρέπει να διερευνάται.

Τι συμβαίνει εάν δεν αφαιρεθούν τα ινομυώματα ;

Επειδή οι όγκοι αυτοί με την πάροδο των ετών καταλαμβάνουν σταδιακά τη μήτρα, η νόσος χειροτερεύει και τα συμπτώματα επιδεινώνονται ή/και εμφανίζονται οξέα επεισόδια που είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστούν επειγόντως (π.χ.συστροφή ενός μισχωτού ινομυώματος). Η χρόνια επίσης συμπτωματολογία επιβαρύνει τη ζωή της γυναίκας επηρεάζοντας την καθημερινότητά της (πόνος, παρατεταμένη περίοδος), την οικογενειακή της κατάσταση (υπογονιμότητα), αλλά και την επαγγελματική της (συχνές αναρρωτικές άδειες) επιτυχία.