Ενδομητρίωση

endometriosi

Ενδομητρίωση είναι η πάθηση κατά την οποία εστίες ενδομητρίου παθολογικά εμφανίζονται σε διάφορα όργανα και ιστούς του σώματος. Ενδομήτριο ονομάζεται ο ιστός που επενδύει την εσωτερική κοιλότητα της μήτρας και αποβάλλεται, ως αίμα, κατά την περίοδο.

Το έκτοπο αυτό ενδομήτριο, κατά τις διάφορες φάσεις του κύκλου, αντιδρά κατά τον ίδιο τρόπο με το φυσιολογικό. Αποτέλεσμα είναι η προοδευτική πάχυνση και η απόπτωσή του κατά την εμμηνορρυσία (περίοδο). Επειδή όμως το έκτοπο πασχισμένο ενδομήτριο δεν μπορεί να απορριφθεί απ’ τον οργανισμό συσσωρεύεται και δημιουργεί αιμορραγικές εστίες ή κύστεις (όπως π.χ. οι σοκολατοειδείς κύστες των ωοθηκών).

Όργανα και ιστοί που προσβάλλει η νόσος

Περιοχές, στις οποίες μπορεί να αναπτυχθεί, μη φυσιολογικά, ενδομήτριο είναι:

1. Oι ωοθήκες,

2. Οι σάλπιγγες,

3. Tα τοιχώματα της κοιλιάς,

4. Το τοίχωμα του εντέρου,

5. Το τοίχωμα της ουροδόχου κύστης,

6. Σπανιότερα απομεμακρυσμένα όργανα ή ιστοί (πχ. πνεύμονες, εγκέφαλος κ.α.).

Η ενδομητρίωση είναι πάθηση απολύτως καλοήθης (δεν εξελίσσεται σε καρκίνο) και αυτοπεριοριζόμενη, υποχωρεί δηλαδή πλήρως χωρίς ιατρική παρέμβαση, κατά την εγκυμοσύνη και την εμμηνόπαυση.

Πώς «αποκτάται» η ενδομητρίωση;

Υπάρχουν πολλές εικασίες για τα πιθανά αίτια της νόσου, καμία όμως δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί. Κατά καιρούς έχουν θεωρηθεί υπεύθυνοι κληρονομικοί παράγοντες, ανοσολογικές διαταραχές κ.α.

Επικρατέστερες θεωρίες πάντως είναι οι ακόλουθες:

α) η αυθόρμητη εμφάνιση των εκτόπων εστιών της νόσου και

β) η μεταφορά (δια των σαλπίγγων κατά την εμμηνορρυσία) και εμφύτευση ενδομητρικού ιστού σε άλλα όργανα και ιστούς.

Συμπτώματα – Προβλήματα που προκαλεί η ενδομητρίωση

Αν και συχνά η ενδομητρίωση είναι ασυμπτωματική και εντοπίζεται τυχαία, όπως για παράδειγμα σε χειρουργικές επεμβάσεις στην κοιλία που εκτελούνται για άλλους λόγους, τα συνηθέστερα συμπτώματα / προβλήματα που προκαλεί είναι:

1. Πόνος, τα χαρακτηριστικά του οποίου εξαρτώνται και επηρεάζονται απ’ την εντόπιση των εστιών της νόσου και από τη φάση του κύκλου. Έτσι μπορεί να παρουσιασθεί επώδυνη εμμηνορρυσία (δυσμηνόρροια), άλγος κατά τη συνουσία (δυσπαρευνία) και πόνος κατά την αφόδευση ή την ούρηση.

2. Υπογονιμότητα η οποία παρατηρείται στο 1/3 περίπου των γυναικών με διεγνωσμένη ενδομητρίωση (ακόμη και σε περιπτώσεις που οι ωοθήκες ή/και οι σαλπιγκτές είναι ελεύθερες νόσου). Τα αίτια είναι άγνωστα, πιθανολογείται ότι η νόσος προξενεί ένα ακατάλληλο περιβάλλον στη μήτρα όπου εμφυτεύεται το έμβρυο.

Πώς διαγιγνώσκεται η ενδομητρίωση

Τεκμηριώνεται αποκλειστικά χειρουργικά (λαπαροσκοπικά) με την ανεύρεση, για παράδειγμα, ερυθρών κηλίδων στο περιτόναιο ή/και άλλου, σοκολατοειδών κύστεων στις ωοθήκες, συμφύσεων στην πύελο μη αποδιδόμενων σε άλλα αίτια.

Υποψία πάντως για την παρουσία της νόσου τίθεται τόσο κατά την υπερηχογραφική εξέταση των ωοθηκών όσο και με εργαστηριακές εξετάσεις.

Πώς αντιμετωπίζεται η ενδομητρίωση

Η ενδομητρίωση δεν είναι πάντα απαραίτητο να «θεραπεύεται», ειδικά στις περιπτώσεις εκείνες που δεν δημιουργεί προβλήματα στη γυναίκα.

Εάν ωστόσο προκαλεί συμπτώματα ή υπάρχει επιθυμία εγκυμοσύνης τότε πρέπει να αντιμετωπίζεται.

Ανάλογα με την περίπτωση, η αντιμετώπιση ενδέχεται να είναι:

1. Συμπτωματική: Αντιμετωπίζονται τα συμπτώματα και όχι η νόσος, με αναλγητικά και αντισυλληπτικά,

2. Προσωρινά θεραπευτική: τουτέστιν προσωρινή υποχώρηση των εστιών και των συμπτωμάτων της νόσου είτε φαρμακευτικά (ορμονοθεραπεία) ή/και χειρουργικά. Μετά πάντως από την ολοκλήρωση αυτής της θεραπείας, σε άλλοτε άλλο χρόνο, η νόσος υποτροπιάζει,

3. Μόνιμα θεραπευτική: σε σοβαρές περιπτώσεις και εφόσον δεν υπάρχει επιθυμία για κύηση, η υστερεκτομή μετά των ωοθηκών αποτελεί τη θεραπεία εκλογής.

4. Σε υπογονιμότητα: Η χειρουργική αφαίρεση των σοκολατοειδών ωοθηκικών κύστεων και των εστιών της νόσου στο περιτόναιο, βελτιώνει τις πιθανότητες για κύηση. Ωστόσο η ορμονική ή/και χειρουργική αντιμετώπιση μονήρους εστίας ενδομητρίωσης δεν τροποποιεί τα ποσοστά της γονιμότητας ούτε εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Ειδικά θέματα

Εάν μία γυναίκα μείνει έγκυος ενόσω έχει ενδομητρίωση οι πιθανότητες αποβολής ή εξωμήτριας κύησης δεν διαφέρουν από εκείνες των υγιών γυναικών. Μετά τον τοκετό και για όσο διάστημα διαρκεί η αμηνόρροια της λοχείας δεν υπάρχει πιθανότητα να επανεμφανιστεί η νόσος. Έτσι ο μακροχρόνιος θηλασμός συνιστάται με σκοπό να ελαττωθούν τα ποσοστά υποτροπής.